Γάιδαρος (162)

  • Αγγελική φωνή από γαϊδάρου στόμα.
  • Άλλα καρτερούσε ο γάιδαρος και άλλα τον βρήκαν.
  • Άλλα λογαριάζει ο γάιδαρος κι άλλα ο γαϊδουριάρης.
  • Άμα σου χαρίζουν γάιδαρο μην το κοιτάς στα δόντια.
  • Αναιμικό γαιδούρι ή του λύκου ή του ψόφου.
  • Αν άκουγε ο θεός τους κοράκους,θα ψοφούσαν όλα τα γαϊδούρια.
  • Αν καλέσεις στο γάμο σου γάιδαρο, θα φέρει η νερό η ξύλα.
  • Αν δεν κλοτσήσει ο γάιδαρος δεν τον ξεφορτώνουν..
  • Άνθρωπος κοιμώμενος γάιδαρος δεμένος.
  • Άνθρωπος μεθυσμένος, γάιδαρος σαμαρωμένος.
  • Άνθρωπος ξετσίπωτος, γάιδαρος αδέσποτος.
  • Αν καλέσεις στο γάμο σου γάιδαρο,θα φέρει η νερό η ξύλα.
  • Αντί να βογκάει ο γάιδαρος βογκάει ο καβαλάρης.
  • Αν χορατέψεις με το γάιδαρο, θα σε χτυπήσει στο πρόσωπο με την ουρά.
  • Απολύθηκε ο γάιδαρος; Αλιά από τα λάχανα.
  • Από χριστού γεννήσεως,όπου προφήτης γάιδαρος.
  • Απ’ τα γρίβα τ’ άλογα, στα κούντρικα γαϊδούρια!
  • Αρχόντου λόγος και πορδές γαϊδάρου, ένα.
  • Αρχοντοχωριάτης, χοντρογάιδαρος. (νεόπλουτος).
  • Βαγενάδες και γαϊδάροι, ένα μήνα έχουν τη χάρη.
  • Βάζει ο γάιδαρος γινάτι,τηνε τρώει όμως γεμάτη.
  • Βαρεί το σαμάρι για ν’ ακούσει το γαιδούρι.
  • Βάστα το γάιδαρο, μη στάξ’ η ουρά του μέσα! (Για κάτι που είναι ασήμαντο σε σχέση με το σύνολο).
  • Βόσκει ο γάιδαρος εκεί που θα τον δέσουν.
  • Γάιδαρο που δε σε βλάπτει, άφησέ τον να γκαρίζει.
  • Γάιδαρος αμολητός, αλίμονο στα λάχανα.
  • Γάιδαρος αμολυτός,κύρης και νοικοκύρης.
  • Γάιδαρος αμολυτός μαγκουφιά στα λάχανα.
  • Γάιδαρος δεμένος, νοικοκύρης ξένοιαστος. (ή σφαλισμένος).
  • Γάιδαρος είναι γάιδαρος, ας εφορεί και σέλλα και η γριά κι αν ομορφίζεται δεν γίνεται κοπέλα.
  • Γάιδαρος με σέλα και τσομπάνος με ομπρέλα.
  • Γάιδαρος πάντα γάιδαρος κι ας του φοράνε σέλα.
  • Γάιδαρος που δεν ‘μποδίζει, άφησέ τον κι ας .γκαρίζει.
  • Γαϊδάρου πόδια στο νερό,θέλει ας πιεί,θέλει ας ψοφήσει.
  • Γαϊδάρου φωνήστον ουρανό δεν σώνει.
  • Γαϊδούρια δυο μαλώνανε σε ξένο αχυρώνα.
  • Γαιδουρινά μούτρα ανθρώπινη ζωή.
  • Γαϊδουροκαλόκαιρο….
  • Γέρος γάιδαρος καινούρια περπατησιά δε βγάζει.
  • Για το γαϊδούρι του τεμπέλη έκαμε ο θεός τ'αγκάθια.
  • Γκαστρώνει γαϊδούρα στην ανηφόρα.
  • Δείξε βρώμη στο γάιδαρο κι έρχεται.
  • Δεμένος ο γάιδαρος,αναπαυμένος ο σκύλος.
  • Δε μπορεί να δείρει το γάιδαρο και δέρνει το σαμάρι.
  • Δεν γνωρίζουν οι γαϊδάροι πώς το τρώνε το χαβιάρι.
  • Δεν ξέρει να μοιράσει δυο γαϊδουριών άχυρο…(ανόητος).
  • Δέσε τον γάιδαρο εκεί που θέλει ο αφέντης του.
  • Δέσε το γάιδαρο κι ας τονε φάει ο λύκος.
  • Δυό γάιδαροι μαλώνανε σε ξένη μαντζαδούρα(στάβλο).
  • Δυο γάιδαροι μαλώνανε σε ξένο αχυρώνα. (για ξένες υποθέσεις).
  • Εγκάριξεν ο γάιδαρος κι είπε «άχερος».
  • Εγώ γαϊδούρι έχασα…, χορτάρι μη φυτρώσει.
  • Εγώ μιλάω γαϊδούρια κλάνουνε(δεν με ακούει κανείς).
  • Έδεσε το γάιδαρό της. (αποκαταστάθηκε).
  • Είδα γάιδαρο με σέλα και τσομπάνο με ομπρέλα.
  • Είπαν τα γαϊδουρόπουλα τη μάνα τους γαϊδούρα.
  • Είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα.
  • Είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα…κι ο πετεινός τσατίστηκε και του ’ριξε ροχάλα…
  • Έκαμα το γάιδαρο κι ετσούλωσε τ’ αυτιά του και πήρε το σαμάρι του και πήγε στην κυρά του.
  • Επάνω που έμαθε ο γάιδαρος να μην τρώει,ψόφησε.
  • Έχασε η πόλη γάιδαρο και η Βενετιά βελόνι.
  • Έχασε το γάιδαρο και χολιάζει (λυπάται ) το σαμάρι…
  • Έχει γαϊδουρινή υπομονή.
  • Η γαϊδούρα σαράντα πουλάρια έκανε και το σαμάρι δεν της έλειψε.
  • Ήλιος και βροχή παντρεύονται οι φτωχοί, ήλιος και φεγγάρι παντρεύονται οι γαϊδάροι.
  • Ήταν στραβό το κλήμα, το ‘φαγε κι ο γάιδαρος.
  • Καβάλα ήταν στον γάιδαρο,και γάιδαρο εγύρευε.
  • Καβαλικεύω γάιδαρο ώσπου να βρω ένα άτι.
  • Κάθε πουλί με τη λαλησιά του και κάθε γάιδαρος με την γκαρισιά του.
  • Και στο δήμαρχο να πας, γαϊδουρινή θα τηνε φας!
  • Και τα βαριά στο γάιδαρο και τα ελαφριά στο γάιδαρο.(Τα βάρη φορτώνονται στους ταπεινούς , τους αδύναμους).
  • Και του γαϊδάρου η φωνή στον ουρανό δεν φθάνει.
  • Κάλλιο γάιδαρος δικός μου παρά νιο άλογο και ξένο.
  • Κάλιο γαϊδουρόδενε παρά γαϊδουρογύρευε.
  • Κάλιο γερογάιδαρος δικός μου,παρά νιό άλογο και ξένο.
  • Κάλιο κουτσό γαϊδούρι, παρά τσινιάρικο μουλάρι.
  • Κάνε αστείο σε γαϊδούρι και θα φας κλοτσιά στη μούρη.
  • Κατά το γαϊδούρι και το σαμάρι.
  • Κατά τον γάιδαρο και ο νοικοκύρης.
  • Κατά φωνή κι ο γάιδαρος…(Είχαμε την κουβέντα κάποιου κι εμφανίστηκε).
  • Κατέβηκε από το άλογο και πήδησε στο γάιδαρο.
  • Κι αν έχει ο γάιδαρος φωνή, για ψάλτη δεν τον κράζουν.
  • Κι αν στόλισες το γάιδαρο, γι’ άλογο δεν περνιέται!
  • Κουτσαίνει ο γάιδαρος απ’ τ’ αυτί; (νάζια).
  • Ματζουράνα στο κατώφλι,γάιδαρος στα κεραμίδια(ασυνεννοησία).
  • Μεγάλωσε το γαϊδουράκι, μίκρυνε το σαμαράκι.
  • Μη μας βγάλουν στο γομαροπάζαρο…(Μη μας ρεζιλέψουν).
  • Μικρό γαϊδούρι,πάντα μουλάρι.
  • Μισοκουρασμένη ουρά του γαϊδάρου η πεθερά.
  • Ν’ άκουγε ο Θεός τον κόρακα, όλοι οι γάιδαροι θα ψοφούσαν.
  • Να πουλήσουμε το γάιδαρο, να φτιάξουμε σαμάρι.
  • Ξένο γάιδαρο καβαλικεύεις; Γρήγορα θα σε γκρεμίσει…
  • Ο αγωγιάτης και ο γάιδαρος σπάνια συγγενεύουν.
  • Ο γάιδαρος βόσκει εκεί που τον δένουν.
  • Ο γάιδαρος δεν γίνεται άλογο με το ξύλο.
  • Ο γάιδαρος είναι γάιδαρος και ας φορεί και σέλα και η γριά αν εμορφίζεται δεν γίνεται κοπέλα.
  • Ο γάιδαρος κουβαλάει το χόρτο κι ο γάιδαρος το τρώει.
  • Ο γάιδαρος πάντα γάιδαρος κι ας του φοράνε σέλα.
  • Ο γάιδαρος σαν μεγαλώσει,το σαμάρι του κονταίνει.
  • Ο γιός του γαϊδάρου γκαρίζει δυό φορές την μέρα.
  • Ο κακός ο γάιδαρος τον ένα δρόμο κάνει δυό.
  • Ο καλός ο πεθερός, γάιδαρος καμαρωτός και η κακιά η πεθερά, κολοβή οχιά.
  • Ο καλός ο σαμαράς σκέφτεται και το γάιδαρο.
  • Ο κουζουλός ο γάιδαρος, πάντα πουλάρι δείχνει.
  • Όλοι με χρυσά βελούδα…Ποιος βοσκάει τη γαϊδούρα; (Όλοι θέλουν να κάνουν το αφεντικό. ποιος θα δουλέψει;)
  • Ο μεγαλύτερός σου και γάιδαρος να γίνει,μην τον καβαλικέψεις.
  • Ο πεινασμένος γάιδαρος, ξυλιές δεν προσμετράει.(Οι φτωχοί υπομένουν).
  • Όποιος γάιδαρος γεννιέται,γάιδαρος πεθαίνει.
  • Όποιος κτυπά τον γάιδαρό του,ζημιώνει το σακούλι του.
  • Όποιος πάει με αγιαστούρα τα φορτώνει στη γαϊδούρα.
  • Οποιος παίζει με το γάιδαρο,κλοτσιές έχει να φάει.
  • Όποιος πονά, γαϊδουρινά φωνάζει!
  • Όποιος τσινάει τα γαϊδούρια, ακούει τις πορδές τους ή τους γκαρισμούς του.(συνέπειες).
  • Όποιος χαϊδεύει γάιδαρο,καβαλίνες θα μαζεύει.
  • Όπου γάιδαρος και αυτός σαμάρι.
  • Όσα τραβάει ο γάιδαρος,τα φταίει ο γαϊδουρολάτης.
  • Όσο κάθεται ο γάιδαρος μεγαλώνει η ουρά του (ή τ’ αυτιά του).
  • Όσο και να δουλέψει ο γάιδαρος, αγκάθια τον ταγίζουν.
  • Όσο καλός κι αν είναι ο γάιδαρος, πάλε γάιδαρο τον κράζουν.
  • Όσο λείπει ο αφέντης κανένα δεν νοιάζει, μα όσο λείπει ο γάιδαρος, ούλοι βαρυγκωμάνε.
  • Όσο μεγαλώνει ο γάιδαρος,τόσο τρανεύουνε τα αυτιά του.
  • Όταν δεν έχουν βόδια οργώνουν με γαϊδούρια.
  • Όταν γλεντά τα αφεντικό,ψοφά ο γάιδαρός του.
  • Όταν σου χαρίζουν ένα γάιδαρο, μην τον κοιτάς στα δόντια.
  • Όταν ψοφήσουν τα άλογα,έχουν τιμή τα γαϊδούρια.
  • Παλιός γάιδαρος, καινούρια περπατησιά δεν έχει.(Δεν αλλάζουν οι συνήθειες).
  • Πάνω που έμαθε ο γάιδαρος να μην τρώει, ψόφησε.
  • Πάρε πρώτα το γαϊδούρι και μετά το σαμάρι.
  • Πας μετά Χριστόν προφήτης γάιδαρος εστί.
  • Πετάει ο γάιδαρος; Πετάει! (δε φέρνει αντίρρηση).
  • Πούλα τ’ άλογό σου και κράτα τον γάιδαρό σου.
  • Πρώτα πάρε το γαϊδούρι και μετά το σαμάρι.
  • Σε ξένο γάιδαρο καβάλα γρήγορα και κατέβα γρήγορα.
  • Σηκώθηκαν οι άνθρωποι και κάτσαν οι γαϊδάροι.
  • Σιγά μη στάξει η ουρά του γαϊδάρου.
  • Σκάει γάιδαρο…Γαϊδουρινή υπομονή…
  • Στο γάμο πάει ο γάιδαρος ή για νερό ή για ξύλα.
  • Στου γαϊδάρου το χωριό όλοι κάνουν το γιατρό.
  • Τα άπρεπα πρεπούμενα και του γαϊδάρου σέλα.
  • Το γαϊδούρι και αν γκαρίζει το σαμάρι του τσακίζει.
  • Το γαϊδούρι όταν γέρνει κι άλλο φόρτωμα γυρεύει.
  • Το γαϊδούρι όταν πιει νερό και ξεδιψάσει δίνει στον κουβά κλοτσιά.
  • Το γαϊδούρι που γκαρίζει, το κεφάλι του τσακίζει.
  • Το γαϊδούρι το δεμένο τρώει χορτάρι διαλεγμένο.
  • Το γαϊδούρι το συντροφικό, χειρότερα από όλα σαμαρώνεται.
  • Τα γέρικα γαϊδούρια Φλεβάρη ψοφάνε.
  • Το κοντακιανό γαϊδούρι, πάντα μουλάρι φαίνεται.
  • Το κουτσό γαϊδούρι σε τυφλό πεταλωτή το φέρανε.
  • Το μισιακό γαϊδούρι το τρώει ο λύκος
  • Τον αγά και γάιδαρο να τον ιδείς, να μην τον καβαλήσεις.
  • Τον γάιδαρο δεν τον ρωτούν όταν τον σαμαρώνουν.
  • Το πεινασμένο γαϊδούρι τρώει ό,τι του τύχει.
  • Του γαϊδάρου η προκοπή, άχερα μες το παχνί.
  • Του γαιδάρου χάρη κάνεις,μόνο τα άχερά σου χάνεις.
  • Του έχεσα το γάιδαρο! (Τον κατατρόπωσα…).
  • Το χαμηλό το γάιδαρο όλοι τον καβαλάνε.
  • Το χειρότερο σαμάρι το'χει το γαϊδούρι της κοινότητας.
  • Τρανή γαϊδούρα, μεγάλη καμπούρα.
  • Φταίει ο γάιδαρος και δέρνουν το σαμάρι.
  • Χρυσωμένος γάιδαρος, πάντα γαϊδούρι είναι. (Εξωτερική εμφάνιση και χαρακτήρας).
  • Ψάρι μπαρμπούνι διάλεγε και γάιδαρο καμπούρη, γυναίκα ψηλοκάβαλη και χοίρο μακρυμούρη.
  • Ώρα που βρήκες γάιδαρε, να τρέξεις να βοσκήσεις.